Η χειραφέτηση των... θλιμμένων γυναικών

Δευτέρα 16 Νοεμβρίου 2009

StumpleUpon DiggIt! Del.icio.us Blinklist Yahoo Furl Technorati Simpy Spurl Reddit Google Twitter FaceBook

Σεξουαλικά απελευθερωμένες, κοινωνικά χειραφετημένες, οικονομικά ανεξάρτητες, πολιτικά ισότιμες, επαγγελματικά καταξιωμένες και... περισσότερο δυστυχισμένες από ποτέ άλλοτε. Λόγος για τις σύγχρονες γυναίκες οι οποίες παρά τα φεμινιστικά άλματα των τελευταίων δεκαετιών, φέρονται να είναι όλως παραδόξως πιο δυστυχείς σήμερα απ’ ό,τι πριν από 40 χρόνια.
Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγει έκθεση δύο οικονομολόγων του Πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Το παράδοξο της φθίνουσας γυναικείας ευτυχίας».

Βάσει αυτής, εν έτει 2009, το «ασθενές φύλο» (ανεξαρτήτως οικονομικού εκτοπίσματος, μορφωτικού επιπέδου, ηλικίας, επαγγέλματος και κοινωνικής θέσης) είναι σε μεγάλο μέρος του αναπτυγμένου βιομηχανικού κόσμου λιγότερο ευχαριστημένο από τη ζωή του σε σύγκριση με τις γυναίκες του σχετικά πρόσφατου παρελθόντος (της δεκαετίας του 1970), καθώς και με τους σύγχρονους άνδρες.

Πιο συγκεκριμένα, το ύψος της υποκειμενικής γυναικείας ευδαιμονίας (δηλαδή του βαθμού στον οποίο κάθε μεμονωμένη γυναίκα αισθάνεται ευτυχισμένη) φέρεται να έχει υποχωρήσει τα τελευταία χρόνια τόσο στις ΗΠΑ όσο και σε 12 χώρες της Γηραιάς ηπείρου (μεταξύ αυτών και στην Ελλάδα). Αντιθέτως, κινούμενοι σε σταθερά ανοδική ψυχολογική τροχιά, οι άνδρες παρουσιάζονται όλο και περισσότερο ικανοποιημένοι από την καθημερινότητά τους. Συνδυάζοντας τις διαφορετικές πορείες των δύο φύλων, αντιλαμβάνεται κανείς το «παράδοξο».

Ποιο είναι αυτό; Πως κοντά μισός αιώνας γυναικείας χειραφέτησης έχει κατορθώσει να φέρει τελικώς μεγαλύτερη ευτυχία... στους άνδρες.

Τα αίτια
«Τις πταίει;» αναρωτιούνται οι επιστήμονες και στην προσπάθειά τους να απαντήσουν, επικαλούνται σειρά κοινωνικοοικονομικών και ψυχολογικών αιτιών.

«Εργαζόμενη μητέρα» και «καλή νοικοκυρά» συνάμα, η «Μαίρη Παναγιωταρά» του 21ου αιώνα ανεβαίνει δυναμικά τις βαθμίδες στην αγορά εργασίας χωρίς να έχει προηγουμένως ξεφορτωθεί τουλάχιστον κάποια από τα βάρη του νοικοκυριού. Την κατάσταση έρχονται να επιδεινώσουν οι συνθήκες στον χώρο δουλειάς, ο οποίος δεν έχει μετασχηματιστεί ώστε να εξυπηρετεί τις εργαζόμενες μητέρες.

Η ουσία του προβλήματος, ωστόσο, φέρεται να έγκειται όχι τόσο στον συνολικό αριθμό ωρών εργασίας (οι οποίες έχουν μειωθεί σε σχέση με το παρελθόν), αλλά στην καταπιεστική ψυχολογική δέσμευση που θέλει τη γυναίκα να είναι η κυρίως υπεύθυνη για την ορθή λειτουργία οικίας και οικογένειας. Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο πως οι άνδρες, όσο νοικοκύρηδες κι αν είναι, απλώς «βοηθούν» στις δουλειές του σπιτιού.

Κι αν τα πράγματα είναι ούτως ή άλλως δύσκολα για τις διγονικές οικογένειες, πόσω μάλλον για τις ολοένα αυξανόμενες σε πλήθος μονογονεϊκές. Ενδεικτικά, σχεδόν τα μισά παιδιά σήμερα στις ΗΠΑ μεγαλώνουν μόνο με τον ένα εκ των βιολογικών τους γονέων.

Η «φθίνουσα γυναικεία ευτυχία» μπορεί να αποδοθεί επιπλέον και σε μια σειρά κοινωνικοοικονομικών παραγόντων όπως η γενικότερη αστάθεια (οικονομική κρίση, αποδόμηση του κοινωνικού κράτους) και η συνακόλουθη αβεβαιότητα των εργαζομένων σχετικά με το συνταξιοδοτικό και επαγγελματικό τους μέλλον.

Σημειώνεται πως σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, οι κοινές ψυχικές διαταραχές είναι περισσότερο συνήθεις στις γυναίκες απ’ ό,τι στους άνδρες με τις περιπτώσεις κατάθλιψης που καταγράφονται στις τάξεις του «ασθενούς φύλου» να είναι αναλογικά δύο φορές περισσότερες. Πέρα από όλα τα παραπάνω πάντως, ιδωμένη σε όλο το ψυχολογικό της βάθος, η υποκειμενική «δυστυχία» των σύγχρονων γυναικών ενδεχομένως να οφείλεται σε έναν βαθμό στον διαφορετικό, περισσότερο αυστηρό τρόπο με τον οποίο οι ίδιες αξιολογούν πλέον την ευτυχία τους.

Σήμερα, οι απαιτήσεις τους είναι πιο μεγάλες (οι κατακτήσεις του παρελθόντος και οι ευκαιρίες του παρόντος ανεβάζουν τον πήχη), πιο ευρείες (δεν περιορίζονται εντός της οικίας) και περισσότερο ειλικρινείς συγκριτικά με το παρελθόν.