Ο βελονισμός περιορίζει την κατάθλιψη στην εγκυμοσύνη

Κυριακή 7 Μαρτίου 2010

StumpleUpon DiggIt! Del.icio.us Blinklist Yahoo Furl Technorati Simpy Spurl Reddit Google Twitter FaceBook

Ο βελονισμός μπορεί ενδεχομένως να αποτελεί αποτελεσματικό τρόπο μείωσης της κατάθλιψης στην εγκυμοσύνη, σύμφωνα με νέα έρευνα.

Πολλές έγκυες που εμφανίζουν συμπτώματα κατάθλιψης ανησυχούν ότι η λήψη αντικαταθλιπτικών μπορεί ενδεχομένως να βλάψει το έμβρυο με αποτέλεσμα να διακόπτουν την αγωγή, δήλωσαν ερευνητές του Πανεπιστημίου Stanford.

Ο βελονισμός μπορεί ενδεχομένως να αποτελέσει χρήσιμη εναλλακτική λύση, δήλωσαν, επειδή έρευνα σε εγκύους δείχνει ότι η μέθοδος δρα μειώνοντας τα καταθλιπτικά συμπτώματα καλύτερα από άλλες μη φαρμακευτικές τεχνικές.

Η έρευνα περιέλαβε 150 εγκύους που διαγνώστηκαν με σοβαρή κατάθλιψη. Ορισμένες έλαβαν αγωγή με βελονισμό για την κατάθλιψη, άλλες υποβλήθηκαν σε βελονισμό αλλά σε περιοχές του σώματος που δεν σχετίζονται με την ανακούφιση της πάθησης και άλλες έλαβαν θεραπεία μασάζ.

Όλες οι γυναίκες έλαβαν θεραπεία για 8 εβδομάδες και εξετάστηκαν την τέταρτη και όγδοη εβδομάδα από κάποιον που δεν γνώριζε ποια αγωγή ακολουθούσαν.

Οι ερευνητές δήλωσαν ότι ποσοστό 63% των γυναικών που υποβλήθηκαν σε βελονισμό για κατάθλιψη ανέφεραν σημαντική μείωση των συμπτωμάτων σε σύγκριση με ποσοστό 44% των γυναικών που ανήκαν στις δυο άλλες ομάδες. Τα ποσοστά υποχώρησης δεν ήταν σημαντικά χαμηλότερα στην ομάδα που έλαβε αγωγή με βελονισμό για κατάθλιψη, σε σχέση με τις δυο άλλες ομάδες.

Επικεφαλής της έρευνας, ήταν ο Deirdre Lyell, του Πανεπιστημίου Stanford. Η ερευνήτρια Rachel Manber, δήλωσε ότι δεδομένου ότι τόσο πολλές γυναίκες με κατάθλιψη διστάζουν να λάβουν αντικαταθλιπτικά στην εγκυμοσύνη είναι σημαντικό να βρουν μια εναλλακτική λύση. Ο Lyell δήλωσε ότι η αγωγή για κατάθλιψη στην εγκυμοσύνη είναι σημαντική για να διατηρήσει την αίσθηση ευεξίας μια γυναίκα και να φροντίσει τον εαυτό της και το παιδί της.

Οι ερευνητές δήλωσαν ότι ποσοστό μέχρι 14% των εγκύων μπορεί ενδεχομένως να πάσχει από κατάθλιψη.

H έρευνα δημοσιεύεται στο περιοδικό ‘Obstetrics & Gynecology.’

iatronet