Ευτυχία: Χίμαιρα ή πραγματικότητα;

Πέμπτη 28 Ιανουαρίου 2010

StumpleUpon DiggIt! Del.icio.us Blinklist Yahoo Furl Technorati Simpy Spurl Reddit Google Twitter FaceBook

Το ζήτημα της ευτυχίας ποτέ δεν απασχόλησε τους ερευνητές τόσο όσο τις 3-4 τελευταίες δεκαετίες. Η λεγόμενη Θετική Ψυχολογία (Positive Psychology), ένα επιστημονικό κίνημα στην Αμερική, έκανε την αρχή διερευνώντας μέσα από εκατοντάδες έρευνες αν υπάρχουν άνθρωποι που δηλώνουν ευτυχισμένοι, ποιοι είναι αυτοί, τι τους χαρακτηρίζει και τι τους προκαλεί το αίσθημα της ευτυχίας. Ήταν η πρώτη φορά που η Ψυχολογία άφησε κατά μέρος τη δυστυχία και τον ψυχικό πόνο και εστίασε στο αντίθετό του: στα «θετικά» συναισθήματα και την αίσθηση της ευτυχίας.

Στα ίχνη της ευτυχίας
Μία από τις σημαντικότερες ανακαλύψεις όλων αυτών των ερευνών είναι ότι η ευτυχία υπάρχει πραγ­ματικά! Αυτό τουλάχιστον απο­δεικνύουν οι ομολογίες χιλιάδων ανθρώπων που δηλώνουν ευτυχισμένοι από τη ζωή τους. Και αυτό δεν το επιβεβαιώνουν μόνο τα χαμογελαστά πρόσωπα, αλλά και οι απεικονίσεις του εγκεφάλου, που δείχνουν ότι τα θετικά συναισθήματα συνοδεύονται από έντονη δραστηριότητα στον αριστερό προμετωπιαίο φλοιό, η οποία, με τη σειρά της, συντελεί σε μια πιο συνολική αίσθηση του «είμαι καλά».

Ευτυχία και πόνος μαζί!
Τότε, λοιπόν, η ευτυχία είναι το ίδιο με την ευχαρίστηση; Είμαστε ευτυχισμένοι όταν είμαστε ευχαριστημένοι ή όταν περνάμε κάπου καλά; Οι επιστήμονες απαντούν με ένα ξεκάθαρο «όχι». Η ευτυχία και η ευχαρίστηση είναι δύο δια­φορετικά πράγματα και όχι μόνο γιατί διαφέρουν πολύ ως προς την ένταση και το βάθος. Είναι
δύο συναισθηματικές καταστάσεις που μπορούν να υπάρχουν εντελώς ανεξάρτητα η μία από την άλλη. Μπορεί κανείς να είναι ευτυχισμένος και να νιώθει ευχαρίστηση, χαρά, αλλά και πόνο ή μελαγχολία!

Είναι αυτό που περιμένουμε να έρθει;
Παροδική ευχαρίστηση μπορεί όμως να νιώσει και ένας δυστυχισμένος άνθρωπος, μόνο που αυτό δεν τον κάνει ευτυχισμένο. Η συνεχής αναζήτηση της ευχαρίστησης συνήθως φέρνει δυστυχία, ενώ η συνεχής αναζήτηση της ευτυχίας επιτρέπει και εντείνει την αίσθηση της όποιας ευχαρίστησης. Η ευχαρίστηση μας επιτρέπει να επιβιώνουμε, ενώ η ευτυχία μάς επιτρέπει να ολοκληρωνόμαστε. Αν όμως είναι έτσι, αν η ευτυχία είναι κάτι άλλο από την ευχαρίστηση -την οποία ξέρουμε ακριβώς πότε την αισθανόμαστε-, μήπως τότε η ευτυχία δεν υπάρχει; Μήπως, πράγματι, «η ευτυχία είναι αυτό που περιμένουμε να ’ρθει» (και δεν έρχεται ποτέ);

Μεγάλες προσδοκίες...
Κατά κάποιον τρόπο αυτό, λένε οι ειδικοί, είναι δυστυχώς αλήθεια. Ο καθηγητής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Harvard, Daniel Gilbert, διερεύνησε την ικανότητα των ανθρώπων να προγιγνώσκουν την ευτυχία που θα τους φέρει το μέλλον και διαπίστωσε ότι είναι πολύ ανεπαρκής. Ακριβώς επειδή το εγκεφαλικό κέντρο της ευτυχίας είναι ο προμετωπιαίος εγκέφαλος, που είναι η «έδρα» της συνειδητής σκέψης αλλά και της φαντασίας, συχνά μπερδευόμαστε. Όσον αφορά τις προγνώσεις για το μέλλον, η φαντασία μας τείνει να «συμπληρώνει»
κατά βούληση τα στοιχεία που μας λείπουν, επειδή ακριβώς ποτέ δεν μπορούμε να ξέρουμε με λεπτομέρειες πώς θα εκτυλιχθούν μελλο­ντικά τα πράγματα. Έτσι, λοιπόν, τείνουμε να φανταζόμαστε πόσο
ευτυχισμένοι θα γίνουμε όταν... αγοράσουμε το καινούργιο μας σπίτι, πάμε να ζήσουμε στο νησί, κάνουμε παιδί, έχουμε περισσότερα λεφτά, αδυνατίσουμε, κάνουμε πλαστική στη μύτη μας... Δυστυχώς, όμως, αποδεικνύεται πως, όταν φτάσουμε στον πολυπόθητο στόχο, η χαρά -και η ευτυχία(;)- είναι λιγότερη και μικρότερης διάρ­κειας από ό,τι είχαμε ονειρευτεί.

Από τον έβδομο ουρανό στο «μία από τα ίδια»
Κάτι τέτοιο συνέβη και στην Ευδοκία, νέα και ανερχόμενη δικηγόρο, όταν πήρε τη θέση της νομικής συμβούλου σε μια μεγάλη εταιρεία, που από καιρό ονειρευόταν: «Για ένα μικρό διάστημα 3-4 μηνών στην αρχή ήμουν στον έβδομο ουρανό, ένιωθα πανευτυχής, η ζωή μου ήταν ένα όνειρο: μεγάλος μισθός, αυτοκίνητο, υπέροχο γραφείο, ευγενικοί συνάδελφοι, συν το θαυμασμό των δικών μου και των φίλων. Κάποια στιγμή, όμως, αρχίζω να προσγειώνομαι. Πώς έγινε αυτό; Να, όλα αυτά τα υπέροχα άρχισαν να γίνονται δεδομένα, να μην μου κάνουν πια τόση εντύπωση και ταυτόχρονα τα αρνητικά να βγαίνουν στην επιφάνεια και να μου χαλάνε τη συνταγή: τα απάνθρωπα ωράρια, ο δύστροπος και πολύ απαιτητικός διευθυντής, το άγχος από τις μεγάλες ευθύνες της θέσης αυτής. Δεν είναι τρομακτικό πόσο εύκολα αυτό που μοιάζει με ευτυχία μετατρέπεται όχι σε δυστυχία, βέβαια, αλλά σε μία από τα ίδια, που λένε;».


Μας κάνουν ευτυχισμένους τα πράγματα της ζωής που έχουν νόημα για εμάς και «αξίζουν τον κόπο»

Το παράδοξο του ευ ζην
Αυτό που συνέβη στην Ευδοκία είναι το λεγόμενο «παράδοξο του ευ ζην». Ο εξαντλητικός αγώνας για τα πολυπόθητα «αγαθά που φέρνουν την ευτυχία» δεν τελειώνει ποτέ. Όσο τα αποκτούμε τόσο θέλουμε κι άλλα· αυτό είναι κάτι που το ξέρουν πια και τα μικρά παιδιά. Συνήθως, η απόκτησή τους δεν μας κάνει πιο ευτυχισμένους, αλλά πρόσκαιρα πιο ευχαριστημένους. Να, λοιπόν -μπορεί να πει κανείς-, που και πάλι αποδεικνύεται ότι τελικά ευτυχία δεν υπάρχει. Κατά βάση, η ευτυχία υπάρχει όχι τόσο σαν αυτό που θα ’ρθει όταν εκπληρωθούν αυτά τα όνειρα, αλλά κυρίως όταν ονειρευόμαστε. Συστατικό της ευτυχίας είναι πολύ περισσότερο η ελπίδα και η προσμονή ότι τα πράγματα που θέλουμε κάποια μέρα θα συμβούν, η ικανότητά μας να ζωγραφίζουμε το μέλλον με ωραία χρώματα, παρά η ικανοποίηση που παίρνουμε από την πραγματοποίηση των ονείρων αυτών. Όπως λέει και ο ποιητής: «Σαν βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη, να εύχεσαι να είναι μακρύς ο δρόμος...». Ο βρετανός ψυχολόγος David Nettle εξηγεί το παράδοξο αυτό με την ύπαρξη δύο κέντρων του εγκεφάλου μας που δεν συμβαδίζουν αναγκαστικά.

Επιθυμία και ευχαρίστηση
Το ένα είναι το κέντρο της επιθυ­μίας και το άλλο της βαθιάς ευχαρίστησης, και το καθένα από αυτά συνδέεται με την έκκριση διαφορετικών ουσιών στο σώμα μας: «Τα πράγματα που επιθυμούμε δεν είναι τα ίδια με αυτά που μας αρέσουν πραγματικά και μας προκαλούν βαθιά ευχαρίστηση». Η νικοτίνη, για παράδειγμα, το αλκοόλ, το φαγητό, προκαλούν ένα φαύλο κύκλο μεγάλης επιθυμίας, αλλά μικρής ικανοποίησης. Με την ικανοποίηση της επιθυμίας, ο οργανισμός μας αυτο­επιβραβεύεται εκκρίνοντας ντοπαμίνη, που μας «ανεβάζει» για λίγο και μετά... τέλος. Από την άλλη, υπάρχουν πράγματα που μας αρέσουν πολύ, τα ευχαριστιόμαστε πραγματικά και βαθιά, όπως είναι η αγάπη που δίνουμε και παίρνουμε από κοντινά μας πρόσωπα, η ύπαρξη φίλων, ασχολιών που μας ενδιαφέρουν και μας γεμίζουν, αλλά και η ονειροπόληση και η προσμονή, και όλα αυτά συνδέονται με την έκκριση οπιοειδών στον οργανισμό, τα οποία κάνουν δυνατή την απόλαυση και, επίσης, επιδρούν επάνω μας αναλγητικά και ανακουφιστικά.



Τα... παράπλευρα Οφέλη

Ευτυχία δεν είναι μόνο η αίσθηση του «είμαι καλά». Γενικά ισχύει ότι οι άνθρωποι που θεωρούν τους εαυτούς τους ευτυχισμένους, τα πάνε καλύτερα στη δουλειά τους, έχουν καλύτερες σχέσεις με τους γύρω τους, είναι πιο κινητοποιημένοι στη ζωή τους, πιο αλτρουιστές, πιο υγιείς. Αυτό σημαίνει ότι η ευτυχία δεν είναι μόνο το αποτέλεσμα θετικών συμπε­ριφορών ή συνθηκών, αλλά συχνά η αιτία που τις προκαλεί. Δεν χρειάζεται, όμως, να είναι κανείς ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος του κόσμου για να συμβούν αυτά. Αρκεί μια αίσθηση ικα­νοποίησης από τη ζωή, κοντά και λίγο πιο πάνω από το μέσο όρο.



Τι προκαλεί ευτυχία;
Μπορούμε, λοιπόν, να εξηγήσουμε αρκετά καλά πια, από άποψη καθαρά νευροβιολογική τουλάχιστον, αν, πώς και πότε είμαστε ευτυχισμένοι. Τι σημαίνουν, όμως, αυτά μεταφρασμένα στην απλή λογική της ζωής μας; Αν υπάρχει πράγματι η ευτυχία, όπως προφανώς μας επιβεβαιώνουν οι επιστήμονες, τότε πώς μπορούμε να την προσεγγίσουμε, πού να τη βρούμε; Μελετώντας επιστημονικά, αλλά και εμπειρικά, κανείς το φαινόμενο της ευτυχίας, καταλήγει στο ότι η ευτυχία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το σύστημα αξιών, την ηθική, και το νόημα που προκύπτει από αυτά για τη ζωή του καθενός. Θέλουμε να είμαστε ευτυχισμένοι για τους «σωστούς λόγους», και αυτοί είναι διαφορετικοί για τον καθένα. Μας κάνουν ευτυχισμένους τα πράγματα της ζωής που μέσα από το προσωπικό μας σύστημα αξιών έχουν νόημα και «αξίζουν τον κόπο». Ένας «σκεπτικιστής της ευτυχίας» που σαρκάζει όλη αυτή τη σαχλή, «ροζ», τηλεοπτικού τύπου ευτυχία και αμφισβητεί την ύπαρξή της μπορεί να είναι με τον τρόπο του ευτυχισμένος όταν συζητά με ανθρώπους που μοιράζονται παρόμοιες απόψεις, όταν κλείνεται στα βιβλία του ή όταν σκέφτεται πώς θα ήταν ο ιδανικός κόσμος γι’ αυτόν.

Η κ. Λουίζα Βογιατζή είναι συμβουλευτική ψυχολόγος.

Πηγή