«Οι γονείς να επικοινωνούν, να συζητούν και να ακούνε τα παιδιά τους»

Κυριακή 6 Σεπτεμβρίου 2009

StumpleUpon DiggIt! Del.icio.us Blinklist Yahoo Furl Technorati Simpy Spurl Reddit Google Twitter FaceBook

Πέρασαν περισσότερα από 100 χρόνια από τότε που ο μεγάλος λογοτέχνης μας Νίκος Καζαντζάκης “μ' έναν κόκκινο μάλλινο σκούφο στο κεφάλι και τσαρουχάκια με κόκκινες φούντες στα πόδια ... μισοχαρούμερος, μισοαλαφιασμένος” κίνησε για το Δημοτικό Σκολειό. Με τελείως διαφορετική ενδυμασία αλλά ίσως το ίδιο μισοχαρούμενα, μισοαλαφιασμένα, νιώθοντας περηφάνια και φόβο μαζί, θα ξεκινήσουν σε λίγες ημέρες για το Δημοτικό Σχολείο τα «πρωτάκια», τα χιλιάδες αγόρια και κορίτσια που θα φοιτήσουν φέτος στην Α΄τάξη του Δημοτικού Σχολείου. Για το θέμα αυτό μιλήσαμε με τον κ. Απόστολο Σωτηρίου, Σχολικό Σύμβουλο Α/θμιας Εκπαίδευσης, ο οποίος έχει ασχοληθεί με το θέμα της μετάβασης των παιδιών από το Νηπιαγωγείο στο Δημοτικό Σχολείο στο πλαίσιο των μεταπτυχιακών σπουδών του.

Τι σημαίνει για τα παιδιά η έναρξη της φοίτησής τους στην Πρώτη Δημοτικού;
«Για το μεγαλύτερο ποσοστό του παιδικού πληθυσμού η έναρξη της φοίτησης στο Δημοτικό Σχολείο αποτελεί θετικό γεγονός. Η είσοδος στην Πρώτη τάξη του Δημοτικού Σχολείου αποτελεί για τη μεγάλη πλειοψηφία των παιδιών επιβεβαίωση της αίσθησής τους ότι "μεγάλωσαν" και πηγαίνουν πια στο "μεγάλο σχολείο". Όμως, όπως αποδεικνύεται από έρευνες που έχουν γίνει, το 10 με 15% του παιδικού πληθυσμού βιώνει την είσοδο στο Δημοτικό Σχολείο ως ένα γεγονός που δεν είναι ευχάριστο καθώς συνοδεύεται από μια σειρά προβλημάτων προσαρμογής τα οποία αν δεν επιλυθούν έγκαιρα είναι πιθανό να έχουν επιπτώσεις στην περαιτέρω ακαδημαϊκή πορεία των παιδιών.
Γι' αυτό σε πολλές χώρες το θέμα της αρχικής σχολικής προσαρμογής έχει θεωρηθεί ως ένα από τα σημαντικά ζητήματα της εκπαιδευτικής τους πολιτικής. Στις χώρες αυτές εφαρμόζονται ειδικά προγράμματα που έχουν ως στόχο τη διευκόλυνση όχι μόνο της αρχικής σχολικής προσαρμογής των παιδιών αλλά και όλων των μεταβάσεων από τη μια εκπαιδευτική βαθμίδα στην άλλη, όπως από το Δημοτικό στο Γυμνάσιο και από το Γυμνάσιο στο Λύκειο. Τα τελευταία χρόνια υλοποιούνται δράσεις με παρόμοιο στόχο και στη χώρα μας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το καινοτόμο πρόγραμμα διευκόλυνσης της μετάβασης από το νηπιαγωγείο στο δημοτικό σχολείο που εφαρμόζεται σε πολλά ολοήμερα νηπιαγωγεία της χώρας μας με θετικά αποτελέσματα».
Από τι χαρακτηρίζεται ένα καλό “ξεκίνημα”, μια καλή έναρξη της φοίτησης στο Δημοτικό Σχολείο;
«Με γενικούς όρους η ένταξη του παιδιού στο περιβάλλον του Δημοτικού Σχολείου μπορεί να χαρακτηριστεί ως επιτυχής όταν το παιδί καταφέρει να ανταποκριθεί στις πολλαπλές (γνωστικές, συναισθηματικές και κοινωνικές) απαιτήσεις του νέου σχολικού περιβάλλοντος. Επιτυχής προσαρμογή δεν σημαίνει μόνο ανταπόκριση στις γνωστικές απαιτήσεις του σχολείου, δηλαδή την εκμάθηση των μηχανισμών της ανάγνωσης, της γραφής και της αρίθμησης. Για να θεωρήσουμε ως επιτυχημένη την προσαρμογή του παιδιού στο σχολικό περιβάλλον θα πρέπει το παιδί να διαμορφώσει θετική στάση προς το σχολείο και τη μαθησιακή διαδικασία, να συνάψει θετικές διαπροσωπικές σχέσεις με τους συμμαθητές του και τους δασκάλους του, να υιοθετήσει τρόπους συμπεριφοράς που επιτρέπουν την παραγωγική συμμετοχή του στο μάθημα και να αποκτήσει καθημερινές συνήθειες που διευκολύνουν την επιτέλεση του ρόλου του μαθητή. Αυτό σημαίνει ότι οικογένεια και σχολείο, εκτός από την προετοιμασία του παιδιού να ανταποκριθεί στις ακαδημαϊκές απαιτήσεις του σχολείου, θα πρέπει να το βοηθήσουν να αναπτύξει τις βασικές επικοινωνιακές και κοινωνικές δεξιότητες που θα το επιτρέψουν να αγαπήσει το σχολικό περιβάλλον και τη μάθηση, δηλαδή, να θέλει να πάει στο σχολείο και να θέλει να μάθει, να νιώθει υπερήφανο και να είναι ευχαριστημένο από τον τρόπο που εκπληρώνει τις απαιτήσεις που εγείρει ο ρόλος του μαθητή».
Υπάρχουν κάποιες ενδείξεις ύπαρξης προβλημάτων στην προσαρμογή του παιδιού στο νέο σχολικό περιβάλλον και τι μπορούν να κάνουν οι γονείς για να βοηθήσουν το παιδί τους να ξεπεράσει τα προβλήματα αυτά;
«Τα παιδιά που αντιμετωπίζουν προβλήματα προσαρμογής στο σχολικό περιβάλλον ως συνήθως τα εκδηλώνουν με συμπεριφορές όπως: αρνούνται να πάνε στο σχολείο ή δεν πηγαίνουν ευχάριστα, προσπαθούν να αποφύγουν το σχολείο επικαλούμενα διάφορες προφάσεις, παραπονιούνται ότι η δασκάλα ή ο δάσκαλός τους δεν τα προσέχει, εκδηλώνουν έντονη αναβλητικότητα στην εκτέλεση των καθηκόντων τους, δείχνουν νυσταγμένα, κουρασμένα, αδιάφορα, εκδηλώνουν επιθετικότητα προς τα αδέρφια ή τους συνομηλίκους τους, ανυπακοή προ τους γονείς τους και δεν μιλάνε για το σχολείο τους ακόμη κι όταν οι γονείς προκαλούν τέτοιες συζητήσεις και τα παροτρύνουν να μιλήσουν. Πρέπει να τονιστεί ότι η μεμονωμένη και περιστασιακή εκδήλωση κάποιας από τις συμπεριφορές που προαναφέρθηκαν δεν σημαίνει ότι το παιδί αντιμετωπίζει προβλήματα προσαρμογής. Οι συμπεριφορές αυτές αποτελούν ενδείξεις προβλημάτων προσαρμογής μόνο εάν εμφανίζονται συστηματικά και για χρονικό διάστημα μέχρι δύο βδομάδες. Σε περίπτωση που οι συμπεριφορές συνεχίζουν να εκδηλώνονται για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των δύο εβδομάδων είναι πολύ πιθανό να αποτελούν ενδείξεις προβλημάτων προσαρμογής. Στην περίπτωση αυτή το πρώτο πράγμα που θα πρέπει να κάνουν οι γονείς είναι να μιλήσουν με τη δασκάλα ή το δάσκαλο του παιδιού τους, από τους οποίους θα έχουν πλήρη καθοδήγηση για τον χειρισμό της κατάστασης και την επίλυση των προβλημάτων. Κλείνοντας την απάντηση στην ερώτησή σας, θέλω να τονίσω ότι οι γονείς δεν θα πρέπει να συζητάνε με το παιδί σχέδια αλλαγής σχολείου γιατί με αυτό τον τρόπο επιδεινώνουν παρά επιλύουν το πρόβλημα».
Κάποιοι γονείς στην προσπάθειά τους να προετοιμάσουν καλύτερα το παιδί τους για την Α΄ δημοτικού, αγοράζουν τα σχολικά εγχειρίδια και το μαθαίνουν να γράφει και να διαβάζει πριν πάει στο Δημοτικό Σχολείο. Θεωρείτε ότι αυτή είναι η σωστή αντιμετώπιση του ζητήματος;
«Σε γενικές γραμμές όχι. Σχεδόν όλες οι έρευνες δείχνουν ότι οι αρχικές προσαρμοστικές δυσκολίες που συναντούν τα παιδιά στο σχολείο δεν σχετίζονται με την ανταπόκρισή τους στις ακαδημαϊκές απαιτήσεις του σχολείου αλλά με την ανταπόκρισή τους στις ψυχοκοινωνικές απαιτήσεις του νέου σχολικού περιβάλλοντος. Γι' αυτό θεωρείται ότι είναι χρησιμότερο οι γονείς να βοηθήσουν τα παιδιά τους να αναπτύξουν τις βασικές επικοινωνιακές και κοινωνικές δεξιότητες, απ' ότι να τα διδάξουν γραφή και ανάγνωση».
Θα μπορούσαμε να δώσουμε κάποιες πρακτικές οδηγίες στους γονείς για να διευκολύνουν την ανάπτυξη των επικοινωνιακών και των κοινωνικών ικανοτήτων των παιδιών τους;
«Οι γονείς μπορούν να αντλήσουν απλές και πρακτικές συμβουλές για το θέμα αυτό από τον “Οδηγό γονέα”, που εκδόθηκε από το Υπουργείο Παιδείας στο πλαίσιο του Προγράμματος για το Ολοήμερο Νηπιαγωγείο και καλύπτει όλα τα ζητήματα που αφορούν την προσαρμογή των παιδιών στο σχολικό περιβάλλον.
Σύμφωνα με τον οδηγό, οι γονείς μπορούν να διευκολύνουν την ψυχοκοινωνική ανάπτυξη των παιδιών τους, αν ακολουθούν πρακτικές ανατροφής και διαπαιδαγώγησης όπως:
• συναποφασίζουν με τα παιδιά τους τους κανόνες συμπεριφοράς και επιμένουν στην εφαρμογή τους.
• θέτουν ένα σχετικά περιορισμένο αριθμό απαγορεύσεων και απαιτούν με ήπια σταθερότητα την εφαρμογή τους.
• προγραμματίζουν χρονικά τις δραστηριότητες των παιδιών τους ώστε τα παιδιά να μάθουν ότι κάθε πράγμα αρχίζει και τελειώνει στην ώρα του, πράγμα που θα βοηθήσει τα παιδιά να αξιοποιούν το χρόνο τους παραγωγικά.
• προγραμματίζουν τις οικογενειακές δραστηριότητες κατά τρόπο τέτοιο ώστε τα παιδιά να έχουν σταθερές ώρες ύπνου, φαγητού, εργασίας και ανάπαυσης.
• δεν συγκρίνουν κανένα παιδί με τα αδέρφια του ή με άλλα παιδιά για διάφορα χαρακτηριστικά και επιτεύγματα των παιδιών.
• δεν χρησιμοποιούν απειλές, ποινές και αμοιβές για να κατευθύνουν τα παιδιά τους αλλά ενισχύουν τις προσπάθειές τους με την ενθάρρυνση και την ανάπτυξη εσωτερικών κινήτρων εκμεταλλευόμενοι την ευχαρίστηση που αντλούν τα παιδιά τους από τις ίδιες τις δραστηριότητές τους.
Τέλος, θέλω να τονίσω ότι οι γονείς θα πρέπει να επικοινωνούν ουσιαστικά με τα παιδιά τους, να ακούνε τι τους λένε και να συζητούν υπεύθυνα μαζί τους κάθε μέρα και για όλο το φάσμα των δραστηριοτήτων και των ενδιαφερόντων των παιδιών τους και όχι μόνο όταν τα παιδιά έχουν κάποιο πρόβλημα.
Οι πρακτικές αυτές συνθέτουν ένα αυθεντικό πλαίσιο ανατροφής και διαπαιδαγώγησης το οποίο βοηθάει τα παιδιά να αναπτυχθούν σε ολοκληρωμένες προσωπικότητες, ικανές να αλληλεπιδρούν δυναμικά με το περιβάλλον στο οποίο ζουν και να προσαρμόζονται δημιουργικά σ' αυτό».

(Πηγή Η ΕΡΕΥΝΑ )