Ως χρόνιο νόσημα ορίζεται η αρρώστια εκείνη που προσβάλει ένα άτομο για μεγάλο χρονικό διάστημα , κάποιες φορές δια βίου, για την οποία απαιτείται αυξημένη προσοχή και ιατρική φροντίδα περισσότερη από ότι χρειάζεται ένα φυσιολογικό συνομήλικο άτομο.
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) υπολογίζεται ότι το 2020 το χρόνιο νόσημα θα καλύπτει το 60% του συνολικού φάσματος των ασθενειών παγκοσμίως.
«Τα συχνότερα νοσήματα της εφηβικής ηλικίας είναι το άσθμα , ο σακχαρώδης διαβήτης, οι κακοήθειες, οι αιμοσφαιρινοπάθειες, η παχυσαρκία/ μεταβολικό σύνδρομο, τα νοσήματα του κολλαγόνου, οι ψυχιατρικές διαταραχές, η επιληψία, η διαταραχές της διατροφής , η λοίμωξη HIN/AIDS , οι χρόνιες φλεγμονώδεις νόσοι του εντέρου και η μυική δυστροφία» αναφέρονται μεταξύ άλλων σε ανακοίνωση του λέκτορα παιδιατρικής στο ΑΠΘ Εμμανουήλ Χατζηπαντελή, η οποία θα παρουσιαστεί αύριο στην «20η Επιστημονική Ημερίδα Επίκαιρα Θέματα στην Παιδιατρική» την οποία διοργανώνει η Β΄ Παιδιατρική Κλινική του ΑΧΕΠΑ στη Θεσσαλονίκη.
Οι παράγοντες που επηρεάζουν αρνητικά τις επιπτώσεις του χρόνιου νοσήματος στον έφηβο είναι η ηλικία έναρξης, η επίδραση στην εξωτερική εμφάνιση, η σοβαρότητα και η πορεία της νόσου και οι αντιδράσεις των γονέων , επισημαίνει ο κ. Χατζηπαντελής.
Η πρόοδος της ιατρικής και της βιοτεχνολογίας έχει οδηγήσει στη μακρόχρονη επιβίωση πολλών παιδιών με ειδικές ιατρικές ανάγκες .
Αξίζει να σημειωθεί ότι στις ΗΠΑ περισσότερο από μισό εκατομμύριο παιδιά με ειδικές ιατρικές ανάγκες μεταβαίνουν στην ενήλικη ζωή. «Μια γενιά πριν, τα περισσότερα από τα παιδιά αυτά πέθαιναν πριν ενηλικιωθούν , ενώ σήμερα σε ποσοστό μεγαλύτερο από το 90% επιβιώνουν στην ενήλικη ζωή. Πολλοί από αυτούς τους νέους βρίσκουν το δρόμο τους για τη μετάβαση από τις παιδιατρικές υπηρεσίες υγείας σε αυτές των ενηλίκων.
Παρόλα αυτά πολλοί έφηβοι και νεαροί ενήλικες με σοβαρά χρόνια προβλήματα και αναπηρίες , οι οποίες περιορίζουν τις δυνατότητές τους και έχουν σαν αποτέλεσμα πολύπλοκες κοινωνικές και ψυχιατρικές επιπτώσεις, αντιμετωπίζουν πολλές δυσκολίες κατά τη μετάβαση αυτή» υπογραμμίζει ο κ. Χατζηπαντελής.
Οι οικογένειες των παιδιών αυτών καθώς και οι γιατροί τους έρχονται πλέον αντιμέτωποι με το δίλημμα της μετάβασης του παιδιού που μεγαλώνει στον πραγματικό κόσμο. Η μετάβαση αυτή είναι μία σειρά αλλαγών οι οποίες περιλαμβάνουν την μετακίνηση από το νοσοκομείο στο σπίτι, από το σπίτι στο σχολείο, από σχολείο στη δουλειά, από τη δουλειά στην κοινωνία και από τον παιδίατρο στον παθολόγο.
Τα παιδιά και οι έφηβοι με χρόνια νοσήματα δυσκολεύονται περισσότεροι από ότι οι υγιείς συνομήλικοί τους να επιτύχουν σε κάποιες μεταβάσεις. Επίσης έχουν λιγότερες πιθανότητες να αποφοιτήσουν κανονικά από το λύκειο , να σπουδάσουν στο Πανεπιστήμιο, να εργαστούν σε ανταγωνιστικά επαγγέλματα και να ζήσουν ανεξάρτητα.
Από έρευνες που έχουν γίνει διαπιστώθηκε ότι πολλοί από τους νέους με χρόνια νοσήματα έχουν μικρή ή καθόλου εμπειρία στην αντιμετώπιση των ιατρικών τους προβλημάτων, στο προγραμματισμό της ιατρικής τους παρακολούθησης, καθώς και στη συζήτηση της κατάστασής τους.
Οι έρευνες αυτές έδειξαν πως παρότι οι νέοι με ειδικές ιατρικές ανάγκες, θέλουν να σπουδάσουν και να εργαστούν , οι οικογένειές τους δεν έχουν συχνά την ανάλογη βούληση όσον αφορά τη μελλοντική τους εργασία και ανεξαρτησία.
Σύμφωνα με τον κ. Χατζηπαντελή η πολιτική για την αντιμετώπιση των παιδιών που πάσχουν από χρόνια νοσήματα κατά την μετάβαση στην εφηβεία εστιάζει: στην κατανόηση από τους γιατρούς της ανάγκης μετάβαση από τις παιδιατρικές υπηρεσίες σε αυτές των ενηλίκων, στην απόκτηση γνώσεων και ικανοτήτων κατά τη διαδικασία αυτή και στη γνώση του χρονικού σημείου κατά το οποίο πρέπει να γίνει αυτή η μετάβαση.
Πηγή
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου